κολοφων

κολοφων
    κολοφών
    -ῶνος ὅ
    1) вершина, завершение, венец
    

οὗτος κ. ἐπὴ τῷ λόγῳ εἰρήσθω Plat. — таково пусть будет заключение (моей) речи;

    τὸν κολοφῶνα προσβιβάζειν или ἐπιτιθέναι Plat. — завершать, довершать;
    τὸν κολοφῶνα ταῖς ὑποσχέσεσιν ἐπιτιθέναι Plat. — дополнить свои обещания еще одним

    2) мяч (принадлежность для гимнастических упражнений) Plut.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "κολοφων" в других словарях:

  • Κολοφών — summit masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κολοφών — summit masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κολοφών — Αρχαία ιωνική πόλη της Λυδίας της Μικράς Ασίας, μεταξύ Σμύρνης και Εφέσου. Ιδρύθηκε από Ίωνες κατά τον 11ο αι. π.Χ. Κάτοικοί της μετοίκησαν στη Σμύρνη συντελώντας έτσι στον εξιωνισμό της πόλης. Η πόλη άκμασε ιδιαίτερα στη διάρκεια του 8ου και του …   Dictionary of Greek

  • Κολοφῶνα — Κολοφών summit masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κολοφῶνα — κολοφών summit masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κολοφῶνας — Κολοφών summit masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κολοφῶνας — κολοφών summit masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κολοφῶνι — Κολοφών summit masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κολοφῶνι — κολοφών summit masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κολοφῶνος — Κολοφών summit masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κολοφῶνος — κολοφών summit masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»